Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009










Παλαιοχριστιανική Βασιλική του Αγίου Λεωνίδη, στο αρχαίο λιμάνι Λεχαίου
(μια πρώτη προσέγγιση)

Η Κόρινθος, κτισμένη σε μια εύφορη πεδιάδα, πάνω στη μοναδική γέφυρα που ένωνε την Πελοπόννησο και την Ηπειρωτική Ελλάδα, με θαλάσσια πρόσβαση τόσο προς την Ανατολή όσο και προς τη Δύση, δεν μπορούσε παρά να αποτελέσει μια ιδιαίτερα ακμάζουσα ναυτική δύναμη. Ο Στράβωνας αναφέρει: «Ὁ δέ Κορίνθος αφνειός μὲν λέγεται διὰ τὸ εμπόριον, ἐπὶ τῷ Ἰσθμῷ κείμενος καὶ δυεῖν λιμένων [ὣν] κύριος, ὢν ὁ μὲν τῆς Ἀσίας ὁ δὲ τῆς Ἰταλίας ἐγγύς ἐστί…». Τις ιδιαίτερες τεχνικές της δυνατότητες σε σχέση με τη θάλασσα μαρτυρεί η επινόηση και πρώτη κατασκευή της τριήρους, η κατασκευή του Διόλκου στη στενή λωρίδα γης όπου βρίσκεται σήμερα ο Ισθμός, καθώς και η διαμόρφωση σε εσωτερικό λιμένα τύπου κώθωνος της περιοχής του Λεχαίου.
Ο χώρος του αρχαίου λιμανιού έχει κηρυχθεί αρχαιολογικός με την Υπ. Απόφαση 21583/ 13. 1. 1966 (ΦΕΚ 60 / Τ. Β. / 5.2.1966).
Ειδικά ο χώρος της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής έχει κηρυχθεί μνημείο με την Υπ. Απόφαση 15794/ 19.12.1961 (ΦΕΚ 35 / Τ.Β. / 2.2.1962).
Για την προστασία της πανίδας του υγροτόπου έχει εκδοθεί η 1045 / 30.7.96 (ΦΕΚ 774 / Β / 27.8.96) απόφαση απαγόρευσης θήρας.
Ο υγρότοπος συμπεριλαμβάνεται στην απογραφή περιόδου 1991-1994 των ελληνικών υγροτόπων του Ελληνικού Κέντρου Βιοτόπων – Υγροτόπων ΕΚΒΥ του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας.
Η συνολική κηρυγμένη έκταση έχει επιφάνεια περίπου 550 στρ.
Η Βασιλική βρίσκεται στο αρχαίο λιμάνι Λεχαίου της Κορίνθου, στο δυτικό τμήμα του. Είχε κτιστεί μεταξύ της δυτικής λεκάνης του εσωτερικού λιμανιού και της θάλασσας. Αποκαλύφθηκε μετά από ανασκαφή από τον αείμνηστο αρχαιολόγο Δημ. Πάλλα, τη δεκαετία του 1955-1965.
Το επιβλητικό συγκρότημα της Βασιλικής αποτελείται από:
1. Βασιλική, 2. Προσκτίσματα, 3.Βαπτιστήριο, 4. Τάφους, 5. Αυλή,
6. Όμορα Λουτρά, 7. Κατοικίες, 8. Φρέατα, δεξαμενές, 9. Περίβολο
Έτσι η Βασιλική είναι ένα κύριο στοιχείο μίας ενότητας που ορίζει το δομικό συγκρότημα συνολικής επιφανείας Ε=9.000 τ.μ. περίπου. Τα υπόλοιπα στοιχεία δεν λειτουργούν αυτοτελώς, αλλά εξυπηρετούν και συμπληρώνουν τη Βασιλική. Σ’ αυτό το δομικό συγκρότημα-σύμπλεγμα όχι μόνο υπηρετείται το Θείο, αλλά είναι συγχρόνως κέντρο κοινωνικής ζωής σε όλες τις εκφάνσεις αυτής, κοινωνικές, οικονομικές, λειτουργικές, εμπορικές. Πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν η θέση της Βασιλικής στο μεγάλο λιμάνι του Λεχαίου, το οποίο είχε μονίμως κίνηση. Αυτό δημιουργούσε ειδικές συνθήκες και επηρέαζε τα επί μέρους στοιχεία του δομικού συγκροτήματος της Βασιλικής. Είναι λογικό να δεχθούμε ότι η χρήση του λιμανιού είχε απομακρυνθεί από το χώρο γύρω από τη Βασιλική και είχε μεταφερθεί προς Ανατολάς. Τούτο, ενισχύεται από την άποψη ότι το ανατολικό τμήμα του λιμανιού ήταν περισσότερο απάνεμο από το δυτικό, εκεί δηλαδή όπου βρισκόταν η Βασιλική. Εξάλλου, τα μεγάλα έργα που έγιναν τον 4ομ.Χ. αιώνα αφορούσαν το ανατολικό τμήμα του λιμανιού.
Τα γειτονικά λουτρά (Βαλανείο), οι κοντινές εγκαταστάσεις του λιμένα, τα σπίτια, τα καταστήματα, τα άφθονα νερά, έκαναν το χώρο πολύβουο και με συνεχή και πυκνή κίνηση. Ταξιδιώτες, προσκυνητές, έμποροι, τουρίστες, άνθρωποι του λιμανιού, ναυτικοί, κλήρος, ένα ετερόκλητο πλήθος συγκεντρωνόταν γύρω από τη Βασιλική και μέσα σε αυτήν. Οι Λειτουργίες, οι πομπές, οι ιεροτελεστίες προσέλκυαν πιστούς, απίστους και περίεργους.
Η εξυπηρέτηση της Βασιλικής απαιτούσε μεγάλο αριθμό προσωπικού και κλήρου. Είναι λογικό, σημαντικό τμήμα αυτού να κατοικούσε κοντά στη Βασιλική σε αντίστοιχα καταλύματα. Οι νυκτερινές Λειτουργίες, οι νυκτερινές πομπές έλκυαν και κρατούσαν τον κόσμο στη Βασιλική. Πολλοί από τους συμμετέχοντες, διανυκτέρευαν εκεί. Άρα επρόκειτο για μια Βασιλική με συνεχή δραστηριότητα και έντονη παρουσία σε ένα περιβάλλον πολυάνθρωπο.
Πέρα από τους γηγενείς κατοίκους, πολλοί ήσαν οι επισκέπτες και στο λιμάνι και στην Κόρινθο. Σημειωτέο, η Κόρινθος ήταν ενδιάμεσος σταθμός των προσκυνητών προς τους Αγίους Τόπους. Συνηθισμένο δρομολόγιο ήταν, από τη Ρώμη μέσω της Αππίας οδού έφθαναν στο Βρινδήσιο (σημερινό Πρίντεζι), εκεί με καράβι ερχόντουσαν στο Λέχαιο και στην Κόρινθο. Περνούσαν τον Ισθμό, χρησιμοποιώντας τον Δίολκο και από το λιμάνι των Κεγχρεών έπαιρναν το καράβι για τους ανατολικούς προορισμούς, την Έφεσσο, Καισάρεια, Αλεξάνδρεια και αλλού.
Η πόλη ήταν μεγάλο χριστιανικό κέντρο, με πολλά προσκυνήματα. Οι στάσεις στα προσκυνήματα, μεταξύ αυτών και του Αγίου Λεωνίδη, ήταν συνηθισμένες και όνειρο του κάθε πιστού. Η εκκλησία της Κορίνθου ήταν Αποστολική και ο Απόστολος Παύλος παρέμεινε εδώ, συνολικά, σχεδόν δυο χρόνια. Η απόδοση λοιπόν, σεβασμού, τιμής και λατρείας στο πρόσωπό του, ήταν συνδεδεμένη με την Κόρινθο.
Η περιοχή που κτίσθηκε ο Άγιος Λεωνίδης ήταν μια επίπεδη ξηρά μεταξύ της θάλασσας και της προς Δυσμάς λεκάνης του εσωτερικού λιμένα του Λεχαίου. Το υψόμετρο αυτής είναι γύρω στα 3-4 μέτρα πάνω από το επίπεδο της Μέσης Γραμμής Θάλασσας. Η ξηρά είχε προκύψει κυρίως τεχνητώς από τον ανθρώπινο παράγοντα.
Η ανασκαφείσα Βασιλική είναι τρίκλιτη, δρομική ή επιμήκης με πενταμερές εγκάρσιο κλίτος και πενταμερή νάρθηκα. Έφερε υπερώα στο νάρθηκα και στα κλίτη. Η κατάληξη του κεντρικού κλίτους, μετά το Ιερό Βήμα, είναι ημικυκλική αψίδα εκτός του ορθογωνίου και ανατολικά αυτού. Στη Βασιλική η δομή, η λειτουργικότητα και το σχέδιο είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους. Το συνολικό μήκος της Βασιλικής είναι περίπου 185,0μ. και το πλάτος=33,00μ., το οποίο γίνεται 48,00μ. στο εγκάρσιο κλίτος
Τα αρχιτεκτονικά μέλη στη Βυζαντινή αρχιτεκτονική και οι λεπτομέρειές τους απορροφώνται από την αισθητική του συνόλου. Έτσι, είναι δύσκολη η ανασύνθεση της Βασιλικής μια και τα ευρεθέντα ερείπια δεν είναι πολλά.
Ο φέρων οργανισμός της Βασιλικής είναι συνδυασμός τοιχοποιίας και κιόνων. Η μεταφορά των φορτίων της ανωδομής στο έδαφος γινόταν μέσω τοιχοποιίας, τόξων, επιστυλίων και στύλων. Η επικάλυψη της Βασιλικής στο μεσαίο κλίτος ήταν δίρριχτη, ξύλινη κεραμοσκεπής στέγη. Στα ακραία κλίτη, βόρειο και νότιο ήταν μονόρριχτη, ξύλινη, κεραμοσκεπής στέγη. Τα δάπεδα των υπερώων ήσαν ξύλινα.
Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει για την κατασκευή ξύλινης κεραμοσκεπούς στέγης πάνω από το Ιερό Βήμα. Αυτή στηριζόταν μέσω τόξων σε μεικτό σύστημα πεσσών και κιόνων.
Η Βασιλική του Αγίου Λεωνίδη δεν κάνει μόνο εντύπωση για το μέγεθός της (μήκη, πλάτη, ύψη) αλλά και για τον πλούτο των διακοσμητικών υλικών, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά τη δόμηση. Τα υλικά αυτά είναι τα μωσαϊκά, αρχιτεκτονικά μέλη σε δεύτερη χρήση (Spolia), λίθοι και μάρμαρα.
Η αρχιτεκτονική μορφή του Αγίου Λεωνίδη είναι για την Κορινθία η κατάληξη μιας πορείας όπου η Λειτουργική μαζί με την αισθητική του υψηλού αναζητούν την έκφρασή τους. Βασιλικές είχαν αναγερθεί, σε άλλα μέρη της Κορινθίας, αρκετά αργότερα από την νομιμοποίηση του Χριστιανισμού. Είχε αποκτηθεί λοιπόν η τεχνογνωσία, ο προβληματισμός της μορφής και του φέροντος οργανισμού. Γενικά είχε διαμορφωθεί το κλίμα και οι τάσεις για νέους τύπους και φόρμες των ναών. Η αναζήτηση αυτή βρήκε την τέλεια μορφή της στην Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, η οποία κατασκευάζεται μετά από τη Βασιλική του Αγίου Λεωνίδη το 532μ.Χ.

Aπόστολος Ε. Παπαφωτίου
Πρόεδρος του Λυσίππειου Πνευματικού Κέντρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου